Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΕΡΗΜΗ ΠΟΛΗ


Αγαπητοί μου αδελφοί και φίλοι

 

Χαίρεται

 

 

Πριν από δέκα χρόνια περίπου. Η χωρά μας, η Ελλάδα μας από άκρη σε άκρη, βρισκόταν σε ένα αναβρασμό και μια υπέρ κινητικότητα. Βρισκόταν σε μία τροχιά ανάπτυξης όπως μας έλεγαν και όλοι μας είχαμε βάλει το περιβόητο στοίχημα, των ολυμπιακών αγώνων. Ιδιαίτερα εδώ στο ηράκλειο την τοπική μας κοινωνία.

Πόσα πράγματα όμορφα δεν έχει να θυμηθεί κανείς από εκείνες τις ημέρες. Από όλα όσα συνέβησαν στην πόλη του Ηρακλείου. Από όλα αυτά τα θαυμαστά γεγονότα, τα οποία έγιναν και που μας έκαναν περήφανους, σαν Ηρακλειώτες, σαν Κρητηκούς  και σαν ‘Έλληνες. Θυμάμαι που όλοι μικροί και μεγάλοι δουλεύαμε πυρετωδώς, για μια καλή και όμορφη παρουσίαση και ήμασταν έτοιμοι, να προσφέρουμε τη φιλοξενία μας, σε όλους όσους θα επισκεπτόταν το νησί και τη χώρα μας, να τους δείξουμε τι θα πει Κρητήκη φιλοξενία, Ελληνικό φιλότιμο και Ελληνική λεβεντιά.

Θυμάμαι εκείνες τις ημέρες, που ήταν για να περάσει, η φλόγα των Ολυμπιακών αγώνων, από την πόλη μας. Θυμάμαι τους ανθρώπους να κατεβαίνουν στο Ηράκλειο από τα χωριά τους με ότι μέσο έβρισκαν, ανθρώπους κάθε ηλικίας παιδιά, νέους και γέρους και να σου λένε όλοι με ένα στόμα πάμε να υποδεχθούμε τη φλόγα, που μετά από τόσα χρόνια ξαναγυρίζει στον τόπο της, στη χωρά της, στο σπίτι της. Δεν θα ξεχάσω στη λεωφόρο καλοκαιρινού όταν τη δάδα τη κράτησε ένας άνθρωπος με κινητικά προβλήματα, δεν ξέρω ποιος, αλλά εγώ προσωπικά, εκείνη τη στιγμή ένιωσα συγκίνηση και υπερηφάνεια. ¨Έπειτα οι νίκες τα χρυσά των ολυμπιονικών, και τα στεφάνια από ελιά που τους βάζανε στο κεφάλι. Αλήθεια πόσες φόρες δεν ακούστηκε, τότε ο εθνικός μας ύμνος. Ήταν ένα γεγονός το Ηράκλειο ζούσε ιστορικές στιγμές.

Αλλά και τώρα μήπως δε ζει πάλι ιστορικές στιγμές. Αν σταματήσει κάποιος απλά από τη θέση του παρατηρητή, θα δει ότι έχουν αλλάξει πολλά πράγματα από τότε. Τότε τα στήθια όλων μας φούσκωναν από περηφάνια. Τώρα μας έχουν πέσει κάτω τα μούτρα από την ντροπή. Τότε όλος ο κόσμος μιλούσε με θαυμασμό, για εκείνη την Ελλάδα που κατάφερε να κάνει τους Ολυμπιακούς αγώνες, βλέπεται κάνεις τους δεν το πίστευε. Όμως εμείς οι Έλληνες το πιστέψαμε και το καταφέραμε, το όνειρο τότε για εκείνους είχε γίνει πραγματικότητα για εμάς, ενωθήκαμε και τα καταφέραμε.

Τώρα, όλοι, μας χλευάζουν και μας λοιδορούν, μας λένε ότι ήμαστε ένα μάτσο άχρηστοι κοπρίτες και τεμπέληδες, που θέλουμε να τρώμε μόνο από τα έτοιμα, χωρίς να βάζουμε δικό μας κόπο.

Τότε τα μαγαζιά του Ηρακλείου ήταν γεμάτα από ζωή, από κόσμο, οι βιτρίνες στολισμένες από εμπορεύματα.

Τώρα σε όσα μαγαζιά έχουν απομείνει ανοικτά, οι ιδιοκτήτες έχουν βγάλει από τις βιτρίνες τους λαμπτήρες γιατί το ηλεκτρικό δεν πλησιάζεται.

Τότε όλοι οι εργαζόμενοι πληρωνόταν, με εβδομαδιάτικο ή μηνιάτικο, δεν έχει σημασία, το θέμα είναι ότι πληρωνόταν και αποτελούσαν και αυτοί με τη σειρά τους, ένα μέρος από το αγοραστικό κοινό και τη λεγόμενη καταναλωτική δύναμη. Όπια εφημερίδα έπαιρνες, έβλεπες στις μικρές αγγελίες οι εργοδότες να ζητάνε προσωπικό. Προσέφεραν την εργασία και πράγματι η ανεργία ήταν επιλογή του κάθε ενός.

Σήμερα, όσοι πια απέμειναν εργαζόμενοι, έχουν να δουν μισθό, ή για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους δείγμα από μισθό δύο με τρείς μήνες. Τα μαγαζιά έχουν γεμίσει με φαντάσματα και οι επιχειρηματίες, όσοι απέμειναν δηλαδή, που πριν από δέκα χρόνια είχαν πρόσωπο, το κεφάλι ψηλά και ο λόγος τους συμβόλαιο, αυτή τη στιγμή κρύβονται, αλλάζουν τηλέφωνο και οι τράπεζες, πετάνε έξω από τα μαγαζιά και τα σπίτια τους σαν κοινού λωποδύτες, τους ανθρώπους που τους ονόμαζαν συνεργάτες, που τους κερνούσαν καφέ και είχαν μια πολύ καλή επαγγελματική σχέση.

Την εποχή εκείνη το χρήμα, είχε την κοινή του πορεία, ήταν το μέσο ανταλλαγής, που διευκόλυνε τους ανθρώπους, να ανταλλάσουν αγαθά και υπηρεσίες.

Τώρα το χρήμα έχει πάρει μία άλλη πορεία, που λέγεται εξόντωση, έχει εξευτελισθεί το ημερομίσθιο ο κόπος και ο ιδρώτας των ανθρώπων. Όποιος σήμερα  παράγει αγαθά ή παρέχει υπηρεσίες, τα χρήματα που παίρνει είναι τόσο λίγα, που δεν ανταποκρίνονται πια ούτε στο κόστος της παροχής ή της παραγωγής. Από την άλλη μεριά αυτοί που θέλουν να αποκτήσουν αγαθά ή υπηρεσίες πρέπει να δώσουν τόσα, όσο εκατό φόρες απάνω, από αυτό που παίρνουν αυτοί που παρέχουν ή παράγουν. Αλήθεια το χρήμα τώρα ποιόν ορισμό έχει, από τη στιγμή που δεν διευκολύνει τους ανθρώπους.

Πραγματικά είναι λογικό να διερωτάται κανείς πως καταντήσαμε έτσι; Η για την ακρίβεια πως μας καταντήσανε έτσι; Από τα γέλια και την χαρά. Στην θλίψη, την κατάθλιψη και τις αυτοκτονίες .

Είναι να απορεί κανείς. Όταν θυμάται εκείνο το σύνθημα. Ηράκλειο πρωτεύουσα πόλη. Πως γίνεται να έχουμε καταντήσει, Ηράκλειο μια έρημη πόλη.

 

Γόρτυνα 24/10/2012

 

ΠΑΤΗΡ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ.